AΠΛΕΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΕΙΣ ΟΙ ΕΞΑΓΓΕΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΕΣ, ΚΑΘΩΣ Η ΑΡΧΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΑΠΑΙΤΕΙ 8 ΧΡΟΝΙΑ
«Τα οφέλη για τους εργαζόμενους και τις τοπικές κοινωνίες έχουν διακηρυκτικό χαρακτήρα, αφού η εκμετάλλευση θα δοθεί σε ιδιώτες», λένε οι επιστήμονες
Της ΝΤΙΝΑΣ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Της ΝΤΙΝΑΣ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Ενα ακόμη success story προσπαθεί να πλασάρει αυτή την εποχή η κυβέρνηση, αυτό της αξιοποίησης και εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου της χώρας. Ωστόσο, παρά τις φιλόδοξες εξαγγελίες στις οποίες προβαίνει το τελευταίο διάστημα ο αρμόδιος υπουργός ΠΕΚΑ Γ. Μανιάτης, επιστήμονες και συνδικαλιστές του γεωλογικού και μεταλλευτικού χώρου υπενθυμίζουν τη γνωστή φράση «άνθρακες ο χρυσός».
Μάλιστα, υποστηρίζουν ότι ακολουθείται κατά γράμμα το επικοινωνιακό μοντέλο εντυπωσιασμού που συστηματικά προωθείται για την έρευνα και την εξόρυξη των υδρογονανθράκων, παρ' όλο που για να διαπιστωθεί μόνο αν υπάρχουν εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα τελικά θα πρέπει να παρέλθουν οκτώ χρόνια, και αντιστοίχως, για την αξιοποίηση του υπάρχοντος ορυκτού πλούτου, ο χρονικός ορίζοντας προσδιορίζεται, με επιεικείς προβλέψεις, σε βάθος πενταετίας.
Παρά τις μεγάλες προσδοκίες που καλλιεργούνται, λοιπόν, οι επιστήμονες του χώρου υποστηρίζουν ότι «τα οφέλη για τους εργαζομένους και τις τοπικές κοινωνίες έχουν καθαρά διακηρυκτικό χαρακτήρα, ενώ ταυτόχρονα η έρευνα και η εκμετάλλευση θα δοθεί σε ιδιωτικές εταιρείες, και το ελληνικό Δημόσιο θα παίζει το ρόλο του διακοσμητικού "ελεγκτή", βασιζόμενο και πάλι σε ιδιώτες εμπειρογνώμονες, όπως έπραξε και με το φορέα υδρογονανθράκων, ο οποίος θεσμοθετήθηκε το 2011 και έκτοτε παραμένει στα χαρτιά».
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρουν, «σοβαρή απόδειξη για το τι πρόκειται να συμβεί, είναι η κατάσταση κατάρρευσης στην οποία έχει μεθοδευμένα οδηγηθεί το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), ο επίσημος επιστημονικός φορέας του κράτους για την έρευνα και αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου, ο οποίος σήμερα δεν μπορεί να εκτελέσει στοιχειωδώς το ερευνητικό του έργο. Με προφανή στόχο την περαιτέρω υποβάθμισή του και τελικό σκοπό την ουσιαστική του διάλυση. Εχει προηγηθεί βέβαια η θεσμική κατάργησή του, το 2011, με την απορρόφησή του από το ΕΚΒΑΑ (Εθνικό Κέντρο Βιώσιμης και Αειφόρου Ανάπτυξης), ένα δυσλειτουργικό και γραφειοκρατικό φορέα. Ωστόσο, κι ενώ υπάρχει το ΙΓΜΕ, έστω και λαβωμένο η χρησιμοποίησή του από το υπουργείο συνίσταται στην αξιοποίηση του αρχείου του».
Το τελευταίο διάστημα ο υπουργός ΠΕΚΑ όλο και πιο συχνά αναφέρεται στην ανάγκη αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου. Το ενδιαφέρον αυτό εντάσσεται σε μια γενικότερη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της Ευρώπης, όπως αποτυπώθηκε στην κατεύθυνση της Επιτροπής Φερχόγκεν και εντάθηκε στο πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής για την προσέλκυση επενδύσεων.
Η συστηματική καταγραφή και ψηφιακή αποτύπωση που έχει πραγματοποιηθεί από το ΙΓΜΕ καταδεικνύει ότι στην ελληνική επικράτεια απαντώνται σήμερα συνολικά 114 Δημόσιοι Μεταλλευτικοί Χώροι (ΔΜΧ) και 22 Δημόσιες Εκτάσεις Βιομηχανικών Ορυκτών (ΔΕΒΟ).
Κι ενώ στην Επιτροπή Καταγραφής και Αξιολόγησης των Δημόσιων Μεταλλευτικών Χώρων μη Ενεργειακών Ορυκτών και Δημόσιων Εκτάσεων Βιομηχανικών Ορυκτών του υπουργείου το ουσιαστικό έργο υλοποιήθηκε από το ΙΓΜΕ, δεν υπάρχει καμία αναφορά στο Δελτίο Τύπου του ΥΠΕΚΑ για το ρόλο του Ινστιτούτου στη μελλοντική έρευνα του ορυκτού πλούτου, έστω σε όσα μεταλλεία δεν υπάρχει ολοκληρωμένη άποψη για τα αποθέματά τους και την περιεκτικότητά τους σε μετάλλευμα ή ορυκτούς πόρους.
«Δηλαδή με βάση την πολυδιαφημιζόμενη από τον υπουργό ΠΕΚΑ "Εθνική Πολιτική για την αξιοποίηση των Ορυκτών Πρώτων Υλών" θα δοθούν στους ιδιώτες άδειες για την έρευνα και εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου, χωρίς να γνωρίζει το ελληνικό Δημόσιο τι ακριβώς εκμισθώνει. Κι έτσι ενώ το υπουργείο επικαλείται τη διαφάνεια σαν βασικό πυλώνα της εθνικής του πολιτικής, στην πράξη την παρακάμπτει αφού προωθεί έρευνα παράλληλα με την εκμετάλλευση», εξηγεί στην «Ε» ο πρόεδρος του Συνδικάτου ΙΓΜΕ και γεωολόγος Χάρης Σμυρνιώτης.
Οι τρεις άξονες άσκησης της πολιτικής που θα εφαρμόζει το ΥΠΕΚΑ με βάση την Εθνική Πολιτική για τον Ορυκτό Πλούτο, όπως αυτοί ανακοινώθηκαν από το αρμόδιο υπουργείο, συνίστανται στις εξής παραμέτρους:
Ανάδειξη και αποκάλυψη του ορυκτού πλούτου και ανάθεση της εκμετάλλευσής του με διαφανείς διεθνείς διαγωνιστικές διαδικασίες, με στόχο τη μεγιστοποίηση των ωφελειών της εθνικής οικονομίας. Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας μέσα από διαδικασίες ορθολογικής εκμετάλλευσης και εφαρμογής των αρχών βιώσιμης ανάπτυξης. Και, τέλος, η ύπαρξη αντισταθμιστικών ωφελημάτων για τις τοπικές κοινωνίες, καθώς και η κοινωνικά δίκαιη κατανομή των εθνικών εσόδων.
«Οι άξονες αυτοί σε ό,τι αφορά τον λαϊκό παράγοντα (εργαζόμενους, τοπικές κοινωνίες κ.λπ.) έχουν διακηρυκτικό χαρακτήρα αφού τόσο στην περίπτωση της επένδυσης της "Eldorado" όσο και στην πολιτική της έρευνας του ορυκτού πλούτου πολύ μικρή αξία έχουν. Συγκεκριμένα:
Σε ό,τι αφορά την "Eldorado" δεν αξιοποίησε το ΙΓΜΕ στην αξιολόγηση την επένδυση στην τεχνικο-οικονομική και στην περιβαλλοντική μελέτη», εξηγεί ο κ. Σμυρνιώτης, και προσθέτει: «Οσον αφορά τώρα στην έρευνα του ορυκτού πλούτου, έχω να παραθέσω την εξής πληφορορία, η οποία είναι ενδεικτική της πολιτικής που ακολουθείται και πρόκειται να ακολουθηθεί: σε τρεις ενδιαφέρουσες μεταλλευτικά περιοχές της Β. Ελλάδας ενώ υπήρχε εγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα από το ΕΣΠΑ, με την ανοχή του ΥΠΕΚΑ δεν υλοποιήθηκε. Ταυτόχρονα, όλο το ερευνητικό του έργο βρίσκεται στον αέρα με διάφορα γραφειοκρατικά προσκόμματα. Επίσης στις επανειλημμένες διακηρύξεις του υπουργού για την Επιτροπή Πανεπιστημιακών - Επιστημονικών Επιμελητηρίων που θα ανασυγκροτούσε το ΙΓΜΕ τόσο οι κατευθύνσεις που δόθηκαν (στην ουσία για ένα Ινστιτούτο - γραφείο συμβούλων) όσο και η μοναδική συνεδρίασή της με σκόπιμα ελλιπή σύνθεση δεν πείθουν για την ειλικρίνειά τους».
Για τις δηλώσεις του υπουργού και για τον εκσυγχρονισμό του Μεταλλευτικού Κώδικα, ο κ. Σμυρνιώτης αναφέρει: «Η τροποποίηση των άρθρων του όχι μόνο δεν βελτιώνει την ασφάλεια των εκτελούμενων εργασιών και των εργαζόμενων σε ορυχεία, λατομεία, αλλά με την τροποποίηση του άρθρου 85 Γ υποσκάπτει την εγχώρια μεταλλουργία, καθώς αποδεσμεύει τις εταιρείες εξόρυξης από το να την τροφοδοτούν κατά προτεραιότητα μη προωθώντας την καθετοποίηση της παραγωγής».
** Το ΙΓΜΕ σήμερα... παροπλίζεται
Κι ενώ η Εθνική Πολιτική για την αξιοποίηση και την Εκμετάλλευση του Ορυκτού διανθίζεται από μεγαλεπήβολα σχέδια, η κατάσταση στο κατεξοχήν αρμόδιο επιστημονικό Ινστιτούτο είναι απογοητευτική, καθώς δεν μπορεί να εκτελέσει στοιχειωδώς το ερευνητικό του έργο. Για τους εργαζομένους, «η μεθόδευση του αδιεξόδου αυτού προέρχεται από τις επιλογές διοίκησης και υπουργείου, καθώς δεν επιλύουν προβλήματα που συνδέονται με την εκτέλεση του ερευνητικού του έργου, όπως οι χαμηλοί έως ανύπαρκτοι ρυθμοί χρηματοδότησης των έργων ΕΣΠΑ».
Είναι ενδεικτικό ότι από τις αρχές του 2013 έχει εκταμιευτεί και απορροφηθεί έως σήμερα μόλις το 12,6% του συνολικού προϋπολογισμού, ενώ εκκρεμεί από τα μέσα του 2013 η αίτηση χρηματοδότησης της 2ης δόσης, ύψους περίπου 2 εκατ. ευρώ που αντιστοιχεί στο 21,1% του προϋπολογισμού, για την οποία όμως έχει εγκριθεί μόλις το ποσό των 650 χιλ. ευρώ, δηλαδή το 7,1% του προϋπολογισμού. Ακόμη κι αυτό το ποσό, όμως, δεν έχει εκταμιευτεί μέχρι σήμερα.
Οι εργαζόμενοι αναφέρουν επίσης ότι η μετακίνηση του προσωπικού για την εκτός έδρας εργασία καθίσταται αδύνατη, ενώ προωθείται η διάλυση του τομέα εφαρμοσμένης έρευνας, αλλά και η απαξίωση του εξοπλισμού του Ινστιτούτου (γεωτρύπανα, συνεργείο, εργαστήρια) και η αχρήστευση του τεχνικού προσωπικού. Στη δυσλειτουργία του επιστημονικού φορέα αναφέρονται επίσης η μη προώθηση της υπογραφής των 54 συμβάσεων έργου για την πρόσληψη προσωπικού, το πάγωμα των προμηθειών και η μη ουσιαστική κατοχύρωση των ερευνητικών προγραμμάτων του ΙΓΜΕ στις δράσεις που χρηματοδοτούνται.
Παράλληλα η θεσμική κατάργηση του ΙΓΜΕ και η αντικατάστασή του από το σημερινό ΕΚΒΑΑ έχει οδηγήσει την πλειονότητα του προσωπικού στην απογοήτευση και την παραίτηση με αποτέλεσμα το 50% να έχει ήδη αποχωρήσει με κανονικές αλλά και πρόωρες συνταξιοδοτήσεις καθιστώντας την ερευνητική λειτουργία του προβληματική. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι μέχρι το 2016 θα έχουν απομείνει οι μισοί από τους ήδη υπάρχοντες.
Μάλιστα, υποστηρίζουν ότι ακολουθείται κατά γράμμα το επικοινωνιακό μοντέλο εντυπωσιασμού που συστηματικά προωθείται για την έρευνα και την εξόρυξη των υδρογονανθράκων, παρ' όλο που για να διαπιστωθεί μόνο αν υπάρχουν εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα τελικά θα πρέπει να παρέλθουν οκτώ χρόνια, και αντιστοίχως, για την αξιοποίηση του υπάρχοντος ορυκτού πλούτου, ο χρονικός ορίζοντας προσδιορίζεται, με επιεικείς προβλέψεις, σε βάθος πενταετίας.
Παρά τις μεγάλες προσδοκίες που καλλιεργούνται, λοιπόν, οι επιστήμονες του χώρου υποστηρίζουν ότι «τα οφέλη για τους εργαζομένους και τις τοπικές κοινωνίες έχουν καθαρά διακηρυκτικό χαρακτήρα, ενώ ταυτόχρονα η έρευνα και η εκμετάλλευση θα δοθεί σε ιδιωτικές εταιρείες, και το ελληνικό Δημόσιο θα παίζει το ρόλο του διακοσμητικού "ελεγκτή", βασιζόμενο και πάλι σε ιδιώτες εμπειρογνώμονες, όπως έπραξε και με το φορέα υδρογονανθράκων, ο οποίος θεσμοθετήθηκε το 2011 και έκτοτε παραμένει στα χαρτιά».
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρουν, «σοβαρή απόδειξη για το τι πρόκειται να συμβεί, είναι η κατάσταση κατάρρευσης στην οποία έχει μεθοδευμένα οδηγηθεί το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), ο επίσημος επιστημονικός φορέας του κράτους για την έρευνα και αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου, ο οποίος σήμερα δεν μπορεί να εκτελέσει στοιχειωδώς το ερευνητικό του έργο. Με προφανή στόχο την περαιτέρω υποβάθμισή του και τελικό σκοπό την ουσιαστική του διάλυση. Εχει προηγηθεί βέβαια η θεσμική κατάργησή του, το 2011, με την απορρόφησή του από το ΕΚΒΑΑ (Εθνικό Κέντρο Βιώσιμης και Αειφόρου Ανάπτυξης), ένα δυσλειτουργικό και γραφειοκρατικό φορέα. Ωστόσο, κι ενώ υπάρχει το ΙΓΜΕ, έστω και λαβωμένο η χρησιμοποίησή του από το υπουργείο συνίσταται στην αξιοποίηση του αρχείου του».
Το τελευταίο διάστημα ο υπουργός ΠΕΚΑ όλο και πιο συχνά αναφέρεται στην ανάγκη αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου. Το ενδιαφέρον αυτό εντάσσεται σε μια γενικότερη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της Ευρώπης, όπως αποτυπώθηκε στην κατεύθυνση της Επιτροπής Φερχόγκεν και εντάθηκε στο πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής για την προσέλκυση επενδύσεων.
Η συστηματική καταγραφή και ψηφιακή αποτύπωση που έχει πραγματοποιηθεί από το ΙΓΜΕ καταδεικνύει ότι στην ελληνική επικράτεια απαντώνται σήμερα συνολικά 114 Δημόσιοι Μεταλλευτικοί Χώροι (ΔΜΧ) και 22 Δημόσιες Εκτάσεις Βιομηχανικών Ορυκτών (ΔΕΒΟ).
Κι ενώ στην Επιτροπή Καταγραφής και Αξιολόγησης των Δημόσιων Μεταλλευτικών Χώρων μη Ενεργειακών Ορυκτών και Δημόσιων Εκτάσεων Βιομηχανικών Ορυκτών του υπουργείου το ουσιαστικό έργο υλοποιήθηκε από το ΙΓΜΕ, δεν υπάρχει καμία αναφορά στο Δελτίο Τύπου του ΥΠΕΚΑ για το ρόλο του Ινστιτούτου στη μελλοντική έρευνα του ορυκτού πλούτου, έστω σε όσα μεταλλεία δεν υπάρχει ολοκληρωμένη άποψη για τα αποθέματά τους και την περιεκτικότητά τους σε μετάλλευμα ή ορυκτούς πόρους.
«Δηλαδή με βάση την πολυδιαφημιζόμενη από τον υπουργό ΠΕΚΑ "Εθνική Πολιτική για την αξιοποίηση των Ορυκτών Πρώτων Υλών" θα δοθούν στους ιδιώτες άδειες για την έρευνα και εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου, χωρίς να γνωρίζει το ελληνικό Δημόσιο τι ακριβώς εκμισθώνει. Κι έτσι ενώ το υπουργείο επικαλείται τη διαφάνεια σαν βασικό πυλώνα της εθνικής του πολιτικής, στην πράξη την παρακάμπτει αφού προωθεί έρευνα παράλληλα με την εκμετάλλευση», εξηγεί στην «Ε» ο πρόεδρος του Συνδικάτου ΙΓΜΕ και γεωολόγος Χάρης Σμυρνιώτης.
Οι τρεις άξονες άσκησης της πολιτικής που θα εφαρμόζει το ΥΠΕΚΑ με βάση την Εθνική Πολιτική για τον Ορυκτό Πλούτο, όπως αυτοί ανακοινώθηκαν από το αρμόδιο υπουργείο, συνίστανται στις εξής παραμέτρους:
Ανάδειξη και αποκάλυψη του ορυκτού πλούτου και ανάθεση της εκμετάλλευσής του με διαφανείς διεθνείς διαγωνιστικές διαδικασίες, με στόχο τη μεγιστοποίηση των ωφελειών της εθνικής οικονομίας. Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας μέσα από διαδικασίες ορθολογικής εκμετάλλευσης και εφαρμογής των αρχών βιώσιμης ανάπτυξης. Και, τέλος, η ύπαρξη αντισταθμιστικών ωφελημάτων για τις τοπικές κοινωνίες, καθώς και η κοινωνικά δίκαιη κατανομή των εθνικών εσόδων.
«Οι άξονες αυτοί σε ό,τι αφορά τον λαϊκό παράγοντα (εργαζόμενους, τοπικές κοινωνίες κ.λπ.) έχουν διακηρυκτικό χαρακτήρα αφού τόσο στην περίπτωση της επένδυσης της "Eldorado" όσο και στην πολιτική της έρευνας του ορυκτού πλούτου πολύ μικρή αξία έχουν. Συγκεκριμένα:
Σε ό,τι αφορά την "Eldorado" δεν αξιοποίησε το ΙΓΜΕ στην αξιολόγηση την επένδυση στην τεχνικο-οικονομική και στην περιβαλλοντική μελέτη», εξηγεί ο κ. Σμυρνιώτης, και προσθέτει: «Οσον αφορά τώρα στην έρευνα του ορυκτού πλούτου, έχω να παραθέσω την εξής πληφορορία, η οποία είναι ενδεικτική της πολιτικής που ακολουθείται και πρόκειται να ακολουθηθεί: σε τρεις ενδιαφέρουσες μεταλλευτικά περιοχές της Β. Ελλάδας ενώ υπήρχε εγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα από το ΕΣΠΑ, με την ανοχή του ΥΠΕΚΑ δεν υλοποιήθηκε. Ταυτόχρονα, όλο το ερευνητικό του έργο βρίσκεται στον αέρα με διάφορα γραφειοκρατικά προσκόμματα. Επίσης στις επανειλημμένες διακηρύξεις του υπουργού για την Επιτροπή Πανεπιστημιακών - Επιστημονικών Επιμελητηρίων που θα ανασυγκροτούσε το ΙΓΜΕ τόσο οι κατευθύνσεις που δόθηκαν (στην ουσία για ένα Ινστιτούτο - γραφείο συμβούλων) όσο και η μοναδική συνεδρίασή της με σκόπιμα ελλιπή σύνθεση δεν πείθουν για την ειλικρίνειά τους».
Για τις δηλώσεις του υπουργού και για τον εκσυγχρονισμό του Μεταλλευτικού Κώδικα, ο κ. Σμυρνιώτης αναφέρει: «Η τροποποίηση των άρθρων του όχι μόνο δεν βελτιώνει την ασφάλεια των εκτελούμενων εργασιών και των εργαζόμενων σε ορυχεία, λατομεία, αλλά με την τροποποίηση του άρθρου 85 Γ υποσκάπτει την εγχώρια μεταλλουργία, καθώς αποδεσμεύει τις εταιρείες εξόρυξης από το να την τροφοδοτούν κατά προτεραιότητα μη προωθώντας την καθετοποίηση της παραγωγής».
** Το ΙΓΜΕ σήμερα... παροπλίζεται
Κι ενώ η Εθνική Πολιτική για την αξιοποίηση και την Εκμετάλλευση του Ορυκτού διανθίζεται από μεγαλεπήβολα σχέδια, η κατάσταση στο κατεξοχήν αρμόδιο επιστημονικό Ινστιτούτο είναι απογοητευτική, καθώς δεν μπορεί να εκτελέσει στοιχειωδώς το ερευνητικό του έργο. Για τους εργαζομένους, «η μεθόδευση του αδιεξόδου αυτού προέρχεται από τις επιλογές διοίκησης και υπουργείου, καθώς δεν επιλύουν προβλήματα που συνδέονται με την εκτέλεση του ερευνητικού του έργου, όπως οι χαμηλοί έως ανύπαρκτοι ρυθμοί χρηματοδότησης των έργων ΕΣΠΑ».
Είναι ενδεικτικό ότι από τις αρχές του 2013 έχει εκταμιευτεί και απορροφηθεί έως σήμερα μόλις το 12,6% του συνολικού προϋπολογισμού, ενώ εκκρεμεί από τα μέσα του 2013 η αίτηση χρηματοδότησης της 2ης δόσης, ύψους περίπου 2 εκατ. ευρώ που αντιστοιχεί στο 21,1% του προϋπολογισμού, για την οποία όμως έχει εγκριθεί μόλις το ποσό των 650 χιλ. ευρώ, δηλαδή το 7,1% του προϋπολογισμού. Ακόμη κι αυτό το ποσό, όμως, δεν έχει εκταμιευτεί μέχρι σήμερα.
Οι εργαζόμενοι αναφέρουν επίσης ότι η μετακίνηση του προσωπικού για την εκτός έδρας εργασία καθίσταται αδύνατη, ενώ προωθείται η διάλυση του τομέα εφαρμοσμένης έρευνας, αλλά και η απαξίωση του εξοπλισμού του Ινστιτούτου (γεωτρύπανα, συνεργείο, εργαστήρια) και η αχρήστευση του τεχνικού προσωπικού. Στη δυσλειτουργία του επιστημονικού φορέα αναφέρονται επίσης η μη προώθηση της υπογραφής των 54 συμβάσεων έργου για την πρόσληψη προσωπικού, το πάγωμα των προμηθειών και η μη ουσιαστική κατοχύρωση των ερευνητικών προγραμμάτων του ΙΓΜΕ στις δράσεις που χρηματοδοτούνται.
Παράλληλα η θεσμική κατάργηση του ΙΓΜΕ και η αντικατάστασή του από το σημερινό ΕΚΒΑΑ έχει οδηγήσει την πλειονότητα του προσωπικού στην απογοήτευση και την παραίτηση με αποτέλεσμα το 50% να έχει ήδη αποχωρήσει με κανονικές αλλά και πρόωρες συνταξιοδοτήσεις καθιστώντας την ερευνητική λειτουργία του προβληματική. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι μέχρι το 2016 θα έχουν απομείνει οι μισοί από τους ήδη υπάρχοντες.
1 σχόλιο:
Με τις υπογραφές των συμβάσεων των 54 επιστημόνων τι γίνεται;
Δημοσίευση σχολίου