29 Ιουλίου 2013

Κατερίνα Σάββα Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών



Τίτλος εισήγησης:«Το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών στη σημερινή κρίση»




Θα αρχίσω την εισήγησή μου με μια πολύ σύντομη αναφορά στην ιστορική διαδρομή του ΕΚΚΕ, στην ερευνητική του παράδοση, στην ερευνητική του πολιτική και στους άξονες της ερευνητικής του δραστηριότητας, στο ανθρώπινο δυναμικό του και στη συνέχεια θα αναφερθώ στη σημερινή περιπέτεια του Κέντρου, περιπέτεια που εκπορεύεται από την απόφαση της κυβέρνησης να συγχωνευτεί το Κέντρο με το ΕΙΕ.

Ιστορική διαδρομή 54 χρόνων
  • Το ΕΚΚΕ είναι ένα ιστορικό ερευνητικό κέντρο, το μοναδικό στην Ελλάδα αποκλειστικά αφιερωμένο στην προαγωγή της κοινωνικής έρευνας. Ιδρύθηκε το 1959 με τη συνεργασία της UNESCO ως Κέντρο Κοινωνικών Επιστημών Αθηνών (ΚΚΕΑ), στις δύσκολες συνθήκες της πρώτης μετεμφυλιακής δεκαετίας. Μέχρι τη Μεταπολίτευση λειτούργησε υπό ιδιαίτερα αντίξοοες συνθήκες σε ένα κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο όπου το κεντρικό επιστημονικό του πεδίο – η κοινωνιολογία – ήταν αντικείμενο μισαλλόδοξης καχυποψίας και παρέμενε εκτός του ελληνικού πανεπιστημίου. Έκτοτε λειτούργησε σε ομαλότερες συνθήκες εξακολουθώντας, ωστόσο, να υφίσταται πάντοτε την πίεση του πελατειακού κράτους, του υπολειμματικού κράτους πρόνοιας και, πιο πρόσφατα, των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που, για διαφορετικούς λόγους το καθένα, δεν επιζητούσαν την τεκμηρίωση της κοινωνικής πολιτικής στη βάση των αποτελεσμάτων της κοινωνικής έρευνας.
Ερευνητική παράδοση
  • Στη μακρόχρονη πορεία του το ΕΚΚΕ δημιούργησε ερευνητική παράδοση σε συγκεκριμένα γνωστικά πεδία. Στο χώρο της κοινωνικής γεωγραφίας η παράδοση αυτή ανάγεται στη δεκαετία του 1960 και στους Γάλλους γεωγράφους και τους Έλληνες συνεργάτες τους που την εγκαινίασαν με μελέτες για την αστικοποίηση και τον αγροτικό χώρο. Στο χώρο της κοινωνικής πολιτικής οι μελέτες για τη φτώχεια και την εισοδηματική ανισότητα ανάγονται στην εποχή του Σάκη Καράγιωργα και της ομάδας του. Στο χώρο της πολιτικής κοινωνιολογίας και της εκλογικής γεωγραφίας, το ΕΚΚΕ υπήρξε πρωτοπόρο έχοντας στο ενεργητικό του σημαντικές έρευνες για την πολιτική συμπεριφορά και την πολιτική κουλτούρα, που εξακολουθούν να αποτελούν σημείο αναφοράς. Σημαντική υπήρξε, επίσης, η συνεισφορά του ιδρύματος στη μελέτη της εγκληματικότητας και των παρεκκλινουσών συμπεριφορών. Τέλος, στο χώρο της κοινωνικής ανθρωπολογίας συνεχίζει μια παράδοση που ξεκίνησε με τον πρώτο επιστημονικό διευθυντή του, Ιωάννη Περιστιάνη. Στη διάρκεια της ζωής του πολλοί/ές σημαντικοί/ές κοινωνικοί επιστήμονες λάμπρυναν τις θέσεις της επιστημονικής του διεύθυνσης και πολλοί/ές άλλοι/ες υπήρξαν ερευνητές του ή εξωτερικοί συνεργάτες.
 
  • Τις περισσότερες πτυχές αυτής της 53χρονης επιστημονικής παράδοσης υπηρετούσαν  τα τρία ινστιτούτα του ΕΚΚΕ (το Ινστιτούτο Κοινωνικής Πολιτικής, το Ινστιτούτο Πολιτικής Κοινωνιολογίας και το Ινστιτούτο Αγροτικής και Αστικής Κοινωνιολογίας)  που συγκροτήθηκαν το 1995 και συγχωνεύτηκαν σε ένα  το «Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών» το Φεβρουάριο του 2012. Η δραστηριότητα των Ινστιτούτων και  – παρά τη διεύρυνσή της και προς νέα γνωστικά πεδία – προσανατολιζόταν, σε μεγάλο βαθμό, στους ίδιους προαναφερόμενους ερευνητικούς άξονες, με συνεχή επικαιροποίηση, βεβαίως, των ερευνητικών ερωτημάτων. To  Κέντρο έχει σημαντική παρουσία σε ευρωπαϊκά προγράμματα και διεθνή δίκτυα. Παράλληλα, διεκδικεί ενεργά ανταγωνιστικά και άλλα ερευνητικά προγράμματα, στοχεύοντας μεταξύ άλλων και στην εξασφάλιση πρόσθετων πόρων, των οποίων η σημασία μεγιστοποιείται στις συνθήκες της παγίως πλέον ελλιπούς κρατικής χρηματοδότησης, έστω και αν δεν μπορεί να επιλύσει τα βασικά προβλήματα που αυτή έχει επισωρεύσει με προεξάρχουσα την αδυναμία ανανέωσης του ανθρώπινου δυναμικού τους.
·        Πάγια θέση των ερευνητών/τριών και της διοίκησης του ΕΚΚΕ είναι ότι η περαιτέρω ανάπτυξη της δραστηριότητας του Κέντρου είναι κοινωνικά αναγκαία τόσο για την ερευνητική εμβάθυνση στις διαδικασίες εξέλιξης του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, όσο και για την τεκμηρίωση – και συνεπώς την αύξηση της αποτελεσματικότητας – των πολιτικών που καλούνται να προάγουν την κοινωνική δικαιοσύνη και την κοινωνική συνοχή.
Το ερευνητικό προσωπικό του ΕΚΚΕ, επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων
-κοινωνιολόγοι, ανθρωπολόγοι, πολιτικοί επιστήμονες, γεωγράφοι, οικονομολόγοι, δημογράφοι, εγκληματολόγοι, στατιστικοί, ιστορικοί κ.λπ.-, είναι ενταγμένο στο Ινστιτούτο και ασκεί αξιόλογο επιστημονικό-ερευνητικό έργο, η πληρότητα του οποίου διασφαλίζεται με τη συμβολή του διοικητικού και του εξειδικευμένου τεχνικού προσωπικού.

Ερευνητές - ερευνήτριες
23
Ειδικοί λειτουργικοί επιστήμονες
18
Ειδικοί τεχνικοί επιστήμονες
7
Διοικητικό προσωπικό
18
Σύνολο προσωπικού 66
Το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών για την κάλυψη των ερευνητικών αναγκών του απασχολεί και εξωτερικούς συνεργάτες-ερευνητές μερικής ή πλήρους απασχόλησης.  Ο αριθμός των συνεργατών αυτών την τελευταία πενταετία κυμαίνεται σε 65-100 άτομα κατ’ έτος, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες των ερευνητικών προγραμμάτων.




Άξονες ερευνητικής δραστηριότητας και πεδία έρευνας των Ινστιτούτων


Κοινωνική Πολιτική

Κοινωνική Ανισότητα

Ανθρώπινοι Πόροι

Οικονομικές Ανισότητες & Φτώχεια
Κοινωνικός Αποκλεισμός
Ευπαθείς Κοινωνικές Ομάδες
Διάσταση του φύλου
Δημογραφικές Εξελίξεις
Απασχόληση και Αγορά Εργασίας
Εκπαίδευση και Κατάρτιση
Μετανάστευση

Κοινωνική προστασία
Κοινωνική οικονομία
Κοινωνική Φροντίδα
Υγεία
Κοινωνική Ασφάλιση
Κοινωνικό Κεφάλαιο
Κοινωνικά Δίκτυα
Τοπική Ανάπτυξη
Κοινωνική Επιχειρηματικότητα


Πολιτική Κοινωνιολογία
ü  Πολιτικό σύστημα, διοίκηση και θεσμοί
ü  Κοινωνία πληροφοριών, ΜΜΕ και πολιτική
ü  Πολιτική κουλτούρα και εκλογική συμπεριφορά
ü  Πολιτικό σύστημα και κοινωνική συνοχή

Αστική και Αγροτική Κοινωνιολογία
Κοινωνική Γεωγραφία του αστικού χώρου
Αγροτική κοινωνία, οικογενειακή γεωργία, αγροτική αναδιάρθρωση
Οικογένεια
Έμφυλες σχέσεις και εννοιολογήσεις που διέπουν τις πολιτικές για το φύλο
Ταυτότητα και μνήμη
Ξενοφοβία, ρατσισμός
Περιβάλλον Τουρισμός

Το ΕΚΚΕ στη σημερινή συγκυρία
Το Φεβρουάριο του 2012 στον εφαρμοστικό νόμο του μνημονίου ΙΙ 4051/2012 ψηφίστηκαν οι συγχωνεύσεις των Ινστιτούτων των ερευνητικών Κέντρων που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ περιορίζοντας τον αριθμό τους από 56 σε 31, οι οποίες είχαν μηδενικά αν όχι αρνητικά αποτελέσματα. Το ΕΚΚΕ δέχτηκε καίριο πλήγμα αφού από Κέντρο με 3 Ινστιτούτα συρρικνώθηκε σε Κέντρο με 1 Ινστιτούτο παρά τις αντιδράσεις της κοινότητας των εργαζομένων στο Κέντρο. Στη συνέχεια, τον Ιούλιο του 2012, ανακοινώθηκε από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης η λίστα των φορέων που συγχωνεύονται ή καταργούνται άμεσα. Μεταξύ αυτών των φορέων συγκαταλεγόταν και το ΕΚΚΕ. Οι εργαζόμενοι στο Κέντρο μαζί με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ερευνητικών Κέντρων και την ΕΕΕ δώσαμε σκληρή μάχη για να ανατρέψουμε την απόφαση της Κυβέρνησης για κατάργηση του ΕΚΚΕ και πετύχαμε την καταψήφιση του άρθρου που αφορούσε το Κέντρο στην Ολομέλεια της Βουλής στις 8.1.2013. Λίγα λόγια για την ιστορία: προωθήθηκε πεισματικά, με εμμονή και τελικώς παράλογα, στο όνομα του εξορθολογισμού, η κατάργηση ακόμη ενός ερευνητικού θεσμού που είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ αναγκαίος. Tο ΕΚΚΕ λειτουργεί αδιαλείπτως από το 1959 μέχρι σήμερα σύμφωνα με τους σκοπούς της ίδρυσής του, οι οποίοι δεν έχουν αναιρεθεί, και, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι, στη σημερινή συγκυρία της οξύτατης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, έχει επιτελέσει την αποστολή του. Το είδος των δραστηριοτήτων του – η προαγωγή της κοινωνικής έρευνας με επιστημονικά κριτήρια – όχι μόνο δικαιολογεί, αλλά και προϋποθέτει τη νομική μορφή με την οποία λειτουργεί σήμερα (ως ΝΠΔΔ) . Η μελέτη της ελληνικής κοινωνίας για να είναι αντικειμενική δεν μπορεί να εξαρτάται από ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις. Όσο για το κριτήριο περί μείωσης το «κόστους λειτουργίας», αυτό δεν ευσταθεί στην περίπτωση του ΕΚΚΕ, ενός Κέντρου με μικρό προϋπολογισμό, λειτουργικού και οικονομικά υγιούς. Και βεβαίως το όλο εγχείρημα δεν συνοδευόταν από καμία οικονομοτεχνική μελέτη, ούτε από μελέτη σκοπιμότητας όπως ο νόμος ορίζει. Μια τέτοια απαξίωση της κοινωνικής έρευνας φαίνεται να απαξιώνει την ίδια τη φωνή της κοινωνίας. Το ΕΚΚΕ σήμερα είναι ζωντανό αλλά η κοινωνική έρευνα βρίσκεται στο στόχαστρο της κυβέρνησης αδιάλειπτα, όπως και κάθε τι που προσδιορίζεται ως κοινωνικό. Οι έχοντες την εξουσία προχωρούν με «ειλημμένες αποφάσεις», χωρίς τους πολίτες και εν τέλει χωρίς την κοινωνία;
Ο ερευνητικός χώρος, ένας χώρος ενιαίος, εξωστρεφής, παραγωγικός και διαφανής υφίσταται συνεχή επίθεση για να μη θιγεί το βαθύ πελατειακό κράτος αλλά και να παρουσιαστεί κάποιο «έργο» άμεσα στην τρόικα. Οι δε διοικούντες δεν ενδιαφέρονται καθόλου για την υγιή ανάπτυξη, τη διαφάνεια, την εξωστρέφεια και την καταγεγραμμένη μετρήσιμη παραγωγικότητα, σε πλήρη αντίθεση με την ευρωπαϊκή πρακτική που προβάλλει την έρευνα ως βασικό μοχλό ανάπτυξης και εξόδου από την κρίση. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφέρουμε ότι και ο ΟΟΣΑ  βαθμολογεί κάτω από τη βάση την Ελλάδα στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας, αφού στη χώρα μας οι δημόσιες δαπάνες για την έρευνα αντιστοιχούν στο ο,6% επί του ΑΕΠ της χώρας, με αποτέλεσμα να θεωρείται ανέφικτος ο εθνικός στόχος για αύξησή τους στο 1,5% μέχρι το 2020. (Οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ είναι δυσοίωνες αφού εκτιμάται ότι η οικονομική κρίση θα οδηγήσει σε περαιτέρω συρρίκνωση των δημοσίων επενδύσεων για την έρευνα).   
Αντί να εκπονηθεί ένα συνολικό σχέδιο για την έρευνα στη χώρα μας, διασφαλίζοντας την ουσιαστική σύνδεση παιδείας και έρευνας, προωθούνται σήμερα ενέργειες σπασμωδικές, αποσπασματικές που διαλύουν τον ερευνητικό ιστό. Η πολιτεία γκρεμίζει και ξαναχτίζει αυθαίρετα ερευνητικούς φορείς, τους οποίους ενδεχομένως εν καιρώ θα χρειαστεί να αναδομήσει και ούτω καθεξής.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της ατελέσφορης λογικής της αποδόμησης του ερευνητικού ιστού και του λουκέτου, ως προοπτικές για  τους νέους ερευνητές και ιδιαίτερα για τους κοινωνικούς επιστήμονες προβάλλονται η απραξία και η μετανάστευση. Τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά αν προσανατολιζόταν η ερευνητική πολιτική στην ανάπτυξη, αν δημιουργηθεί υπόστρωμα κρατικής ζήτησης για την  έρευνα, αν υποστηριχθούν οι νέοι επιστήμονες και ερευνητές, αν δεν προωθείται η προλεταριοποίησή τους, αν επικεντρωθεί η έρευνα στις πραγματικές ανάγκες της χώρας, αν, τέλος, υπάρξει εθνική στρατηγική για την  έρευνα.
            Mε τους συναδέλφους του ΙΓΜΕ συμπορευτήκαμε στους αγώνες ενάντια στην ανελέητες πολιτικές διάλυσης των ερευνητικών κέντρων, καταρράκωσης της έρευνας και αποδιάρθρωσης του ερευνητικού ιστού.  Πήραμε πολύτιμα μαθήματα αγωνιστικότητας από εσάς και συνεχίζουμε όλοι μαζί…

            Σας ευχαριστώ

            Κατερίνα Σάββα


Δεν υπάρχουν σχόλια: