20 Σεπτεμβρίου 2016

ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΣΥΝΔΙΚΑΤΟΥ ΙΓΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΑ ΤΟΥ ΥΠΕΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ


ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ  ΣΥΝΔΙΚΑΤΟΥ ΙΓΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΑ ΤΟΥ ΥΠΕΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

Εισαγωγή
Στις 17 /8/2016 το Υπουργείο Περιβάλλοντος έδωσε για διαβούλευση το σχέδιο ΚΥΑ με θέμα: «Έγκριση γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος. Μέθοδος και διαδικασίες για την ανάκτηση κόστους των υπηρεσιών ύδατος στις διάφορες χρήσεις του».
Η διαδικασία της ανάρτησης για διαβούλευση μόνο το δημοκρατικό και δημόσιο διάλογο δεν ενθαρρύνει αφού η καταγραφή των όποιων απόψεων ή προτάσεων δεν αποτελεί υλικό για δημόσια συζήτηση και αντιπαράθεση αλλά στην καλλίτερη περίπτωση αντικείμενο επεξεργασίας υπηρεσιακών παραγόντων. Με αυτή την έννοια, δεν είναι δυνατόν να περνάνε κορυφαίας σημασίας θέματα όπως η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ  και στην ουσία η ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ του νερού χωρίς ουσιαστικό διάλογο με επιστημονικούς, κοινωνικούς και συνδικαλιστικούς φορείς σχετικούς με το νερό.
Επιστημονικά και τεχνικά θέματα που έχουν σχέση με το ερευνητικό αντικείμενο του ΙΓΜΕ (όπως και το λατομικό ) θα έπρεπε να γνωστοποιούνται τόσο στο Ινστιτούτο (σαν φορέα) όσο και στις συλλογικότητες (Συνδικάτο, ΟΜΕ κα) πριν κυκλοφορήσουν οπότε η όποια πολιτική ή και επιστημονική ένσταση ή ακόμη και εναντίωση πολύ λίγο επηρεάζει την ουσιαστική διαβούλευση. Η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ όφειλε να γνωρίζει ότι το ΙΓΜΕ μέσω της Δ/σης Υδρογεωλογίας είχε εκπονήσει σχετική μελέτη που αφορούσε κοστολόγηση των δραστηριοτήτων που αφορούν στο νερό της Κέρκυρας που αποτελεί μια χαρακτηριστική περίπτωση εκμετάλλευσης των υπόγειων νερών με πολλές και ανταγωνιστικές χρήσεις. Αν κρίνουμε από τους ορισμούς , αλλά και τη μεθοδολογία κοστολόγησης αμφιβάλλουμε αν έλαβαν οι αρμόδιοι υπόψη την σχετική μελέτη. 
Επειδή σαν Συνδικάτο έχουμε πάρει πρωτοβουλίες ενάντια στην ιδιωτικοποίηση - εμπορευματοποίηση του νερού και ήμασταν σε συνεννόηση με τα σωματεία της ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ και παράλληλα συμμετείχαμε σε κινήματα όπως το SAVEGREEKWATER πήραμε την πρωτοβουλία για τη διοργάνωση σχετικής συνέντευξης τύπου με την συμμετοχή όλων των σχετικών φορέων προκειμένου να οικοδομηθεί ένα ενιαίο μέτωπο πάλης.
 
Γενικά
Είναι προφανές ότι η τιμολόγηση του νερού δεν μπορεί να συμβάλλει, όπως ισχυρίζεται στην εισηγητική  έκθεση της ΚΥΑ, στην βελτίωση των υπηρεσιών που εμπλέκονται στην διαχείριση, προστασία και ανάπτυξη των υδατικών πόρων αφού και τις υπηρεσίες αυτές τις έχει διαλύσει η πολιτική της μέχρι σήμερα εφαρμογή της Οδηγίας και η εθνική εξειδίκευση της.
Εξάλλου η πρακτική από την μέχρι σήμερα εφαρμογή της Οδηγίας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κανένα περιβαλλοντικό πρόβλημα, που συνδέεται με την υποβάθμιση των νερών, δεν έχει επιλυθεί αλλά και η παραγωγική ανάπτυξη των υδατικών πόρων έχει εγκαταλειφθεί με πρόσχημα την αναφορά της οδηγίας, στο περιβάλλον και την αειφόρο ανάπτυξη που τελικά ούτε ανάπτυξη είναι ούτε περιβαλλοντικά συμβατή αλλά η όποια αναπτυξιακή δραστηριότητα γίνεται με αποκλειστικό γνώμονα τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Δεδομένου ότι η επίκληση της  υπάρχουσας Νομοθεσίας (Ν 3199. ΠΔ51/2007) από την Κυβέρνηση για την έκδοση ΚΥΑ τιμολόγησης του νερού δεν την απαλλάσσει των πολιτικών ευθυνών της για την υλοποίηση της Οδηγίας που σε ότι αφορά το Νερό (υπόγειο και επιφανειακό) στοχεύει στην εμπορευματοποίηση του και τελικά στην ιδιωτικοποίηση του. Επίσης δεν πρέπει να μας διαφεύγει, ότι στα πλαίσια του νέου μνημονίου τόσο η ΕΥΔΑΠ όσο και η ΕΥΑΘ βρίσκονται στο στόχαστρο της ιδιωτικοποίησης.
Δυστυχώς ότι δεν μπορεί να περάσει απευθείας με την άμεση ιδιωτικοποίηση, με πλάγιο τρόπο και μάλιστα με “περιβαλλοντικό περιτύλιγμα”,  με την θεσμοθέτηση της τιμολόγησης η ΕΕ αλλά και η Κυβέρνηση δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την πλήρη εμπορευματοποίηση όχι μόνον των υπηρεσιών ύδρευσης αλλά και του ίδιου του νερού της χώρας μας.
Στη λογική του “ο ρυπαίνων πληρώνει”  και “ο καταναλώνων πληρώνει ” επιβλήθηκε η πάγια πολιτική των πολυεθνικών εταιριών που στην λογική της αγοράς αναθέτουν την επίλυση οικολογικών και κοινωνικών θεμάτων με μια ρητορική που εν προκειμένω υπερασπίζεται την καλή κατάσταση των οικοσυστημάτων και των υδατικών αποθεμάτων. Έτσι με την Οδηγία  2000/60/ΕΚ, τέθηκε θέμα Ανάκτησης Πλήρους Κόστους για της Υπηρεσίες Ύδατος που θα περιλαμβάνει το Χρηματοοικονομικό κόστος, το Περιβαλλοντικό κόστος και το Κόστος Πόρου.
Το επιχείρημα ότι η αύξηση της τιμής του νερού θα οδηγήσει σε εξοικονόμηση και ορθολογική χρήση, αποτελεί πλήρη διαστρέβλωση της οικονομικής πραγματικότητας αφού ο έχων θα μπορεί άνετα να συνεχίσει να πληρώνει την υπερβολική κατανάλωση ενώ ο οικονομικά ασθενέστερος θα μετρά το νερό με το σταγονόμετρο, με αποτέλεσμα μέσα από αυτή την έμμεση φορολόγηση, να απειλείται το ανθρώπινο δικαίωμα για πρόσβαση σε νερό και υγιεινή, όπως αυτό ορίστηκε από τον ΟΗΕ και να φθάσουμε σε καταστάσεις όπως στην Βολιβία που φορολογείται ακόμη και η κατακράτηση του νερού της βροχής.
Ανάλυση των άρθρων της ΚΥΑ
Από το πεδίο εφαρμογής της ΚΥΑ γίνεται φανερό ότι η τιμολόγηση περιλαμβάνει κάθε παραγωγική δραστηριότητα που συνδέεται με το νερό και η εφαρμογή της θα πλήξει κύρια την αγροτική παραγωγή και ιδιαίτερα τους αγρότες τους εξυπηρετούμενους από ατομικές αρδευτικές γεωτρήσεις.
Από τους ορισμούς όπως περιγράφονται στην παρούσα ΚΥΑ έχουν τις ίδιες σκόπιμες ασάφειες που είχε και ο Ν. 3199 σε ότι αφορά τη ποιότητα του νερού με σκοπό την διευκόλυνση της πολιτικής ηγεσίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αναφορά σε περιγραφικούς όρους όπως : «καλή κατάσταση επιφανειακών υδάτων», «καλή κατάσταση υπόγειων υδάτων», «καλή χημική κατάσταση επιφανειακών υδάτων», «καλή χημική κατάσταση υπόγειων υδάτων» η ποσοτικοποίηση και η εξειδίκευση των οποίων γίνεται με τρόπο που να καλύπτει κυβερνητικές ευθύνες.
Έτσι είναι και οι ορισμοί της ΚΥΑ που αναφέρονται :«ως  “Κοστολόγηση”, “Χρηματοοικονομικό κόστος ” ,“Περιβαλλοντικό κόστος”, “Κόστος πόρου”, “Περιβαλλοντικό τέλος”, “Ανάκτηση κόστους” ως το ποσοστό των συνολικών εσόδων (χρεώσεων προς τους χρήστες υπηρεσιών ύδατος) επί του συνολικού κόστους των υπηρεσιών ύδατος και τέλος στην “Τιμολόγηση” που ορίζεται ως η διαδικασία χρέωσης των υπηρεσιών ύδατος από πάροχο υπηρεσιών ύδατος σε άλλους φορείς ή απευθείας στον τελικό χρήστη με βάση την κοστολόγηση των υπηρεσιών ύδατος και την επιδιωκόμενη ανάκτηση κόστους»
Από την αποκωδικοποίηση των όρων της ΚΥΑ γίνεται  καθαρός ο στόχος για είσπραξη κάθε δημόσιας δαπάνης που έγινε ή θα γίνει, του λειτουργικού κόστους, αλλά και του περιβαλλοντικού τιμήματος προκειμένου με το κατάλληλο μίγμα τιμολογίου να προωθείται η πολιτική του επιλεγμένου αναπτυξιακού μοντέλου αλλά και η φοροεισπαρακτική πολιτική.
 Επισημαίνουμε παραδείγµατα της σκόπιμης ασάφειας:
στο  "Περιβαλλοντικό τέλος"  δεν διευκρινίζεται πως θα υπολογίζεται το περιβαλλοντικό τέλος. Σε ενδεχόµενη πτώση στάθµης υδροφόρου ορίζοντα, είναι δύσκολο να υπολογισθεί εάν οφείλεται σε υπεράντληση (από υπαιτιότητα του ιδιώτη) ή σε φυσικά αίτια, όπως είναι οι µετεωρολογικές συνθήκες είτε η κλιµατική αλλαγή.
Η «Ανάκτηση κόστους» υπεισέρχεται στην τιμολόγηση µε τρόπο που ενέχει τον κίνδυνο  ο τελικός χρήστης να κληθεί να πληρώσει για συνέπειες που οφείλονται σε φυσικά αίτια και όχι στον ίδιο το χρήστη με αποτέλεσμα να πρέπει να αντιμετωπίσει όχι μόνο τις επιπτώσεις των φυσικών αιτίων στις καλλιέργειές του, αλλά και την υπερτιμολόγηση, λόγω της διαδικασίας «ανάκτησης κόστους».
Τα «Συµπληρωµατικά µέτρα» όπως αναφέρονται στην ΚΥΑ, είναι δύσκολο να κοστολογηθούν, αφού είναι µεταβαλλόµενα εξαρτώμενα από το εκάστοτε ισχύον Σχέδιο Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταµών (ΛΑΠ). Το γεγονός λοιπόν ότι ένας περιοδικά μεταβαλλόμενος παράγοντας υπεισέρχεται στην τιμολόγηση, µπορεί να έχει ως συνέπεια ανασφάλεια σε όλο το σύστηµα της τιμολόγησης και απρόβλεπτες χρεώσεις.
Ο προσδιορισµός του  «Περιβαλλοντικού Κόστους» σε· επίπεδο Υδατικού Συστήµατος (ΥΣ) ή ανά οµάδα ΥΣ, δηλαδή σε τόσο µεγάλη κλίµακα, και όχι σε επίπεδο υδροφορέα, ενέχει τον κίνδυνο αδικίας.
Η αρμοδιότητα της τιμολόγησης θεωρητικά μόνο αποκεντρώνεται αφού ο προσδιορισμός του Κόστους Πόρου εγκρίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, μετά από εισήγηση της οικείας  Διεύθυνσης Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και αναπροσαρμόζεται σε ετήσια βάση, ανάλογα με τον βαθμό διαφοροποίησης του εκτιμώμενου κόστους των Συμπληρωματικών Μέτρων του Προγράμματος Μέτρων του εκάστοτε ισχύοντος Σχεδίου Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών (ΛΑΠ), ενώ με την δυνατότητα αναπροσαρμογής δίνει το δικαίωμα συνεχούς χαρατσώματος.
Σε ότι αφορά τον εισπρακτικό μηχανισμό τον μεταφέρει στους ΟΤΑ (έναντι ενός ποσοστού 2.5%) προκειμένου να έχουν την μομφή του φοροεισπάκτορα, ενώ το περιβαλλοντικό κόστος και το κόστος πόρου ανά κυβικό μέτρο που αντιστοιχεί στους τελικούς χρήστες το καθορίζουν οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις. Από το ανωτέρω ποσό, το 2,5% παρακρατείται από τους παρόχους, για ίδιο λογαριασμό, με εξαίρεση τις πολυμετοχικές επιχειρήσεις ύδρευσης αποχέτευσης που είναι «εισηγμένες» στο χρηματιστήριο, όπως η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ, έναντι του κόστους παροχής των σχετικών υπηρεσιών προκειμένου να προστατέψουν την τιμή της μετοχής τους που θα καθορίζεται με όρους αγοράς.
Οι κανόνες τιμολόγησης γίνεται κατά τρόπον ώστε τα συνολικά έσοδα να καλύπτουν το συνολικό κόστος των υπηρεσιών ύδατος του συγκεκριμένου παρόχου. Σε περίπτωση που ο πάροχος δεν ανακτά το συνολικό κόστος, τα έσοδα πρέπει να διασφαλίζουν κάθε χρόνο τη βελτίωση της ανάκτησης του κόστους.
Με τον τρόπο τιμολόγησης που αποτελείται από ένα σταθερό τέλος και ένα μεταβλητό τέλος ανά μονάδα όγκου νερού (ογκομετρική χρέωση ανά κυβικό μέτρο κατανάλωσης νερού), προκύπτει αυθαίρετη δυνατότητα με τον καθορισμό των μεταβλητών τελών ανά τιμή μονάδας νερού έτσι ώστε η κύρια τιμή μονάδας νερού να αφορά τη πλειοψηφία των καταναλωτών και να δημιουργούν την καθοριστική μάζα των εσόδων.  Αυτός είναι ο ορισμός της ΦΟΡΟΛΗΣΤΕΙΑΣ
Σε ότι αφορά την παροχή υπηρεσιών ύδατος για αγροτική χρήση τα προβλεπόμενα περιβαλλοντικά τέλη επιβάλλονται στους τελικούς χρήστες, για πρώτη φορά από την πρώτη αναθεώρηση των Σχεδίων Διαχείρισης και, σε αρχικό στάδιο, κλιμακωτά μέχρι την δεύτερη αναθεώρηση των Σχεδίων Διαχείρισης, με βασικό κριτήριο την αποτροπή της απότομης και υπερβολικής επιβάρυνσης των χρηστών, ώστε να μην επέρχεται αδυναμία κάλυψης των βασικών τους αναγκών. Με τη διάταξη αυτή δεν αποκρύπτεται ο κεντρικός στόχος που αφορά την αγροτική παραγωγή που με τον τρόπο εφαρμογής προσπαθεί να χρυσώσει το χάπι για να μην αντιδράσουν οι αγρότες.
Ο τρόπος τιμολόγησης από τους παρόχους των υπηρεσιών για αγροτική χρήση στους τελικούς χρήστες γίνεται βάσει ενός μικτού συστήματος χρέωσης. Το σύστημα χρέωσης αποτελείται από δύο μέρη: α) ένα σταθερό τέλος και β) ένα μεταβλητό τέλος ανά μονάδα νερού (ογκομετρική χρέωση ανά κυβικό μέτρο κατανάλωσης νερού). Το σταθερό τέλος εφαρμόζεται στην άρδευση ανά στρέμμα καλλιέργειας. Τα μεταβλητά τέλη ανά κυβικό μέτρο εφαρμόζονται στους χρήστες, ανάλογα με την μετρηθείσα ποσότητα του ύδατος για αγροτική χρήση που καταναλώθηκε. Στα μεταβλητά τέλη περιλαμβάνεται και το περιβαλλοντικό τέλος.
Η τιμολόγηση των χρήσεων ύδατος εκτός οργανωμένων συλλογικών δικτύων, είναι αναλογική με την κατανάλωση ύδατος κάθε χρήστη (χρέωση ανά κυβικό μέτρο). Σε περιπτώσεις ύδατος αγροτικής χρήσης, όπου δεν είναι εφικτή η καταμέτρηση του, η οικεία Διεύθυνση Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σε συνεργασία με τον οικείο ΟΤΑ Α’ βαθμού, εκτιμά την ποσότητα του ύδατος αγροτικής χρήσης.

Στους γενικούς κανόνες και κατευθύνσεις βελτίωσης υπηρεσιών ύδατος ορίζονται κατευθύνσεις πρώτης προτεραιότητας που αποβλέπουν στη μείωση του κόστους και της ενδεχομένως διαπιστούμενης υπερβολικής χρήσης νερού. Στην περίπτωση που οι ενέργειες αυτές δεν δύναται να οδηγήσουν σε βελτίωση της ανάκτησης κόστους των υπηρεσιών ύδατος, εξετάζεται προσαρμογή χρεώσεων. Δηλ. αν πληρώνουμε ήδη ακριβά το νερό στην κατανάλωση και δεν γίνουν επενδύσεις για την μείωση του κόστους (πχ απώλειες δικτύου)  θα μα χαρατσώσουν και άλλο έστω και σταδιακά.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Σύμφωνα με αυτή την ΚΥΑ:
Όποιος έχει χρήματα μπορεί να πληρώνει και μπορεί να σπαταλά τους υδατικούς πόρους της χώρας.
Στο όνομα της περιβαλλοντικής προστασίας και της διαφύλαξης των αποθεμάτων και της ποιότητας των υδατικών πόρων η τιμολόγηση ουδέποτε έπαιξε ουσιαστικό ρόλο, αντίθετα το τιμολόγιο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη τιμή της μετοχής της ΕΥΔΑΠ.
Ο πραγματικός σκοπός με την θεσμοθέτηση της τιμολόγησης είναι οι δημοσιονομικοί στόχοι, για  να ξαναπληρώσουν οι φορολογούμενοι για έργα υποδομών και δανείων που σήμερα αποτελούν μέρος του δυσβάσταχτου δημοσίου χρέους. Επίσης να πληρώσουν για μια σειρά, υπό κατασκευή έργων υποδομών καθώς και τα κέρδη των υπεργολάβων που λυμαίνονται δημόσιες ή δημοτικές υπηρεσίες αφού μες το λειτουργικό κόστος συνυπολογίζεται και το  «κόστος σύναψης συμβάσεων παροχής υπηρεσιών με τρίτους», ενώ καλούνται να πληρώσουν  ακόμη το κόστος του Κεφαλαίου σε σχέση με εναλλακτικές τοποθετήσεις του. Παράλληλα σε μια σειρά περιοχές της χώρας οι αρμόδιες υπηρεσίες (πάροχοι) αδυνατούν να παρέχουν καθαρό πόσιμο νερό, ενώ δεν υπάρχουν καν αποχετευτικά δίκτυα.
Οι κάτοικοι της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης καλούνται να καλύψουν και το «εύλογο κέρδος» των ιδιωτών επενδυτών σε ΕΥΑΘ και ΕΥΔΑΠ.
Η ανάκτηση του πλήρους κόστους του νερού έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον χαρακτήρα μιας υπηρεσίας κοινής ωφέλειας, χαρακτήρα που οι επιχειρήσεις ύδρευσης στην Ελλάδα φέρουν ακόμη αλλά και επιβάλλεται από το Σύνταγμα.
Τέλος βασικός στόχος της τιμολόγησης του νερού αγροτικής χρήσης είναι η αναδιάρθρωση του αγροτικού τομέα αφού η τιμολόγηση του νερού θα αποτελέσει πρόσθετο κόστος στην παραγωγή και η ήδη προβληματική αγροτική παραγωγή θα περάσει στα χέρια ολίγων επιχειρηματικών ομίλων.
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση μια μόνο απάντηση μπορεί να υπάρξει. Η διαμόρφωση ενός κοινωνικο-πολιτικού μετώπου που θα καταργήσει την ΚΥΑ της τιμολόγησης αλλά θα αποκρούσει και τις μνημονιακές δεσμεύσεις για ξεπούλημα των υδατικών πόρων της χώρας.
Οι εργαζόμενοι στο ΙΓΜΕ παράλληλα με τον αγώνα που δίνουν για την ουσιαστική επαναλειτουργία του Ινστιτούτου θα παλέψουν και για την ουσιαστική υδρογεωλογική έρευνα της χώρας για να διασφαλισθεί η ορθολογική διαχείριση, προστασία και ανάπτυξη των υδατικών πόρων της χώρας.



                                                            ΤΟ ΔΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: