09 Απριλίου 2017

Παρέμβαση στην Ημερίδα για το Ρόλο του Ι.Γ.Μ.Ε.του ΣΥΝ.ΓΕ.Μ.Ε. από τον Πρόεδρο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟ




Αρ. Πρωτ. 336
Αθήνα, 5/04/2017
ΘΕΜΑ:    Κείμενο Παρέμβασης στην Ημερίδα για το Ρόλο του Ι.Γ.Μ.Ε. στην Αξιοποίηση του Ορυκτού Πλούτου της Χώρας με Βάση τις Νέες Εξελίξεις.
Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα είναι από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) που διαθέτουν σημαντικό και έντονα διαφοροποιημένο ορυκτό πλούτο τόσο σε ποιότητα, όσο και σε ποσότητα ορυκτών και μεταλλευμάτων. Ο ελληνικός εξορυκτικός κλάδος, τροφοδοτεί µε πρώτες ύλες, µια σειρά άλλων επίσης σημαντικών κλάδων όπως η παραγωγή ενέργειας, η τσιμεντοβιομηχανία, ο οικοδομικός και κατασκευαστικός κλάδος, η βιομηχανία μη σιδηρούχων μετάλλων, η βιομηχανία ανοξείδωτου χάλυβα κ.ά. ενώ συγχρόνως, παρουσιάζει επάρκεια σε αδρανή δομικά υλικά και η χώρα έχει αξιόλογη παραγωγή βασικών μετάλλων και βιομηχανικών ορυκτών. Παράλληλα υπάρχουν σημαντικά κοιτάσματα λιγνίτη, βωξίτη, νικελίου, περλίτη, μαγνησίτη, χαλκού - χρυσού, εμφανίσεις κοιτασμάτων σπάνιων γαιών και υδρογονανθράκων ενώ το σύνολο των ενεργών λατομικών και μεταλλευτικών χώρων καταλαμβάνουν περίπου το 0.3% της επικράτειας της Χώρας.
Ο εξορυκτικός κλάδος, είναι αρκετά δραστήριος και εξωστρεφής, αφού οι εξαγωγές πρωτογενών και επεξεργασμένων υλικών αντιπροσωπεύουν πάνω από το 65% των πωλήσεών του, ενώ παράλληλα εταιρείες του κλάδου κατέχουν ηγετικές θέσεις στην Ευρωπαϊκή αλλά και στην διεθνή αγορά. Από τη δεκαετία του ‘60 ο εξορυκτικός κλάδος αποτέλεσε ένα από τους βασικούς άξονες ανάπτυξης της χώρας. Εξαίρεση αποτελεί η δεκαετία του ΄80, όπου οι δυσμενείς συγκυρίες στις διεθνείς αγορές μεταλλευμάτων, και η είσοδος της χώρας στην ΕΟΚ, οδήγησαν μία σειρά από μεταλλευτικές και μεταλλουργικές επιχειρήσεις σε μαρασμό, στην υπαγωγή τους στην κατηγορία των προβληματικών επιχειρήσεων και ορισμένες από αυτές σε κλείσιμο. Τις δεκαετίες που ακολούθησαν, υπήρξαν εμφανή στοιχεία ανάκαμψης του κλάδου.
Στον ελληνικό εξορυκτικό τομέα απασχολούνται αυτή τη στιγμή, με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, ~18-20 χιλ. εργαζομένων, ενώ έμμεσα από την εξορυκτική/ μεταλλουργική δραστηριότητα, εξαρτάται η απασχόληση περίπου άλλων 80 χιλ. ατόμων. Τα χρόνια της οικονομικής κρίσης (2009-2014), η εξορυκτική βιομηχανία - παρά την ύφεση - διατήρησε τις θέσεις εργασίας και τις παραγωγικές της δομές σταθερές, επιτυγχάνοντας κύκλο εργασιών για την εξαετία, περί τα 18-20 δισ. € και εξαγωγές που υπερβαίνουν τα 10 δισ. €. Στο ίδιο διάστημα έχει πραγματοποιήσει συνολικές επενδύσεις σε νέα έργα, άνω των 2 δις. €, ενώ για έργα αποκατάστασης περιβάλλοντος δαπανήθηκαν 100 εκατ.
Παρά ταύτα, η συμμετοχή του κλάδου του ορυκτού πλούτου στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν είναι πολύ περιορισμένη (της τάξης του 2% για την εξαετία 2009-2014 αν συμπεριληφθεί και ο συσχετιζόμενος μεταποιητικός τομέας) και η επίδραση στο ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών αρνητική, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι ή εκμετάλλευση, και γενικότερα ή αξιοποίηση, τού ορυκτού μας πλούτου γίνεται κυρίως από πολυεθνικές επιχειρήσεις και από λίγα μόνο ελληνικά οικονομικά συγκροτήματα.. Εάν ληφθεί υπόψη και η ηλεκτροπαραγωγή με καύση του εγχώριου λιγνίτη, η οποία δεν θα ήταν εφικτή χωρίς τη στήριξη του εξορυκτικού τομέα, η συμβολή στο ΑΕΠ ανέρχεται σε 3,4% του ΑΕΠ.


Αυτή η αναντιστοιχία, μεταξύ μεγεθών δραστηριότητας και συμμετοχής στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, σε συνδυασμό με τη διαπιστωμένη αξία του ορυκτού πλούτου της χώρας, μαρτυρά την δυναμική εξέλιξης του χώρου. Λείπει όμως ένα βασικό στοιχείο για την περαιτέρω ανάπτυξη! Η έρευνα, που ως γνωστόν αποτελεί το υπόβαθρο της εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου μίας χώρας.
Τις προηγούμενες δεκαετίες, το ΙΓΜΕ αποτέλεσε τη κινητήρια δύναμη της απαιτούμενης έρευνας στη χώρα. Από το 1952 που ιδρύθηκε το Ι.Γ.Ε.Υ έχουν εκπονηθεί εκατοντάδες μελέτες σχετικά με τον ορυκτό πλούτο της χώρας και την εκμετάλλευσή του. Ειδικά δε κατά την περίοδο 1965 - 1975 παρουσιάστηκε αλματώδης ανάπτυξη της μεταλλευτικής βιομηχανίας, βασιζόμενη στις έρευνες του Ι.Γ.Μ.Ε., που έφθασε να αποτελεί βασικό εθνικό προϊόν. Σήμερα, παρά την σωρευμένη εμπειρία και τη δουλειά που έχει γίνει στον ερευνητικό τομέα από το ΙΓΜΕ, η μεταλλευτική έρευνα υστερεί ακόμη στο να καταδείξει επακριβώς τις θέσεις και τα αποθέματα των κοιτασμάτων, ποια κοιτάσματα είναι εκμεταλλεύσιμα και ποια όχι, με τις σημερινές οικονομικές και τεχνολογικές συνθήκες.
Η λογική εξέλιξη, σε μία χώρα η οποία αναζητά εναγωνίως μοχλούς ανάπτυξης, θα ήταν η εντατικοποίηση των μεταλλευτικών ερευνών, με βασικό πυλώνα το ΙΓΜΕ, ακολουθώντας την επιτυχημένη συνταγή προηγούμενων δεκαετιών. Αντί αυτού διαπιστώνεται η απουσία οιουδήποτε αξιόλογου μεταλλευτικού προγράμματος, σε συνδυασμό με την περαιτέρω περικοπή της χρηματοδότησης της Έρευνας που από 0,6% του ΑΕΠ, έχουν πέσει στο 0,4%. Οι ερευνητικοί στόχοι και τα προγράμματα του ΙΓΜΕ εδώ και δεκαετίες προσαρμόζονται στα Κοινοτικά Πλαίσια, με αποτέλεσμα τομείς της Βασικής Έρευνας Υποδομής να εγκαταλείπονται, αλλά και παραγωγικοί τομείς όπως η Μεταλλευτική Έρευνα να συρρικνώνεται στα πλαίσια των Ευρωπαϊκών εντολών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το ΙΓΜΕ να μην υπηρετεί Εθνικές Ερευνητικές προτεραιότητες.
Τα τελευταία 20 χρόνια το ΙΓΜΕ έχει υποστεί μια συνεχή συρρίκνωση που κορυφώθηκε στην περίοδο 2009-2013, με ραγδαία μείωση της χρηματοδότησης του τακτικού προϋπολογισμού και του προσωπικού, με αποτέλεσμα από 520 εργαζόμενους το 2009 να φτάσουν στους 196 σήμερα με συνεχή πτωτική τάση λόγω συνταξιοδοτήσεων. Από την απελθούσα Διοίκηση του ΙΓΜΕ έχει στοιχειοθετηθεί η ανάγκη προσλήψεων επιστημόνων και τεχνικού προσωπικού για την υλοποίηση και μόνο των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ. Στον αντίποδα όμως της επιλογής ενός μακροπρόθεσμου αναπτυξιακού μοντέλου, η Κυβέρνηση προχωρά στην ουσιαστική διάλυση του ΙΓΜΕ με διάφορα σενάρια που ΟΛΑ περιλαμβάνουν την μείωση του προσωπικού. Κορύφωση της απαξίωσης του ΙΓΜΕ είναι ο επικείμενος οικονομικός στραγγαλισμός του. Είναι προφανές πως τέτοιου είδους πρακτικές οδηγούν στην αδρανοποίηση του ΙΓΜΕ, έτσι ώστε να απουσιάζει ο κύριος μάρτυρας κατηγορίας στο ξεπούλημα του Ορυκτού Πλούτου της χώρας. Είναι νωπές οι μνήμες, σε πολλές περιοχές της πατρίδας μας, στο Λαύριο, τη Σέριφο, τη Χαλκιδική, την Εύβοια τη Φωκίδα και αλλού για το πως νοείται από τους ιδιώτες ιδιοκτήτες μεταλλείων η «επιχειρηματική δράση»: ληστρική, ανορθολογική, εκμετάλλευση, με συνέπεια τεράστια διαχρονικά οικολογικά εγκλήματα, καταστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων και εγκαθίδρυση καθεστώτος τρομοκρατίας και αυταρχισμού.
Είναι όμως μοιραία αυτή η εξέλιξη; Οφείλεται τάχα σε αντικειμενική υστέρηση πλουτοπαραγωγικών πηγών και παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας; Η πραγματικότητα είναι ριζικά διαφορετική, ιδιαίτερα στους τομείς που εστιάζουμε στη σημερινή ημερίδα, αλλά όχι μόνο σ’ αυτούς. Σήμερα, οι ολοένα και περισσότερες αρνητικές εξελίξεις προσθέτουν νέα καθήκοντα, όχι μόνο στον κλάδο του ορυκτού πλούτου και της ενέργειας, αλλά στο σύνολο της επιστημονικής κοινότητας.
Πρώτο καθήκον είναι η ενότητά της επιστημονικής κοινότητας απέναντι στις πρακτικές συρρίκνωσης του επιστημονικού αντικειμένου και η υποταγή του σε πρακτικές επίτευξης κέρδους με κάθε κόστος. Ειδικά ο κλάδος των γεωλόγων το τελευταίο διάστημα δέχεται συνεχώς επιθέσεις, τόσο στον ιδιωτικό τομέα, με την απαλοιφή του γεωλογικού αντικειμένου από διάφορες κατηγορίες μελετών και την προοπτική περαιτέρω απομείωσης αυτού σε μία σειρά άλλων κατηγοριών, όσο και στον δημόσιο τομέα με την επί σειρά ετών υποστελέχωση των υπηρεσιών και την απαξίωση των συναδέλφων στα πλαίσια αναμόρφωσης των οργανωτικών δομών.
Δεύτερο καθήκον της επιστημονικής κοινότητας και δη του κλάδου των γεωλόγων είναι να απαιτήσει έργα που θα έχουν γνώμονα την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών και όχι την κερδοφορία των επιχειρήσεων – κολοσσών! έργα που θα μειώνουν την ανεργία ιδιαίτερα στον κλάδο του εξορυκτικού κλάδου και των κατασκευών.
Η Ελλάδα διαθέτει στρατηγικό γεωπολιτικό πλεονέκτημα στον τομέα των Ορυκτών Πρώτων Υλών, ενώ παράλληλα δεν έχει την πολυτέλεια να απεμπολήσει καμιά πλουτοπαραγωγική της πηγή. Η εξορυκτική δραστηριότητα, μπορεί να συνδράμει σημαντικά στο αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας, με την αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών. Ο Ορυκτός μας Πλούτος αποτελεί περιουσία του Ελληνικού λαού, για αυτό οφείλουμε να τον καταγράψουμε συστηματικά στο σύνολό του και να τον αξιοποιήσουμε προς όφελος της κοινωνίας, με την μέγιστη δυνατή προστιθέμενη αξία για τον τόπο. Ο ρόλος της πολιτείας είναι να διαμορφώσει τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις καταρτίζοντας ένα ευρύ πρόγραμμα ερευνών και εκμεταλλεύσεων, με συμμετοχή όλων των μαζικών φορέων πού ασχολούνται με θέματα ορυκτού πλούτου, το οποίο να είναι εφαρμόσιμο και με σαφώς μετρήσιμα αποτελέσματα. Το ΙΓΜΕ σε αυτή την προσπάθεια πρέπει να έχει βασικό ρόλο, προσανατολισμένο στη βασική έρευνα.
Ο ΣΥΝΓΕΜΕ θεωρεί απαράδεκτο το μαρασμό του ΙΓΜΕ και την μετεξέλιξή του σε ένα μικρό και απαξιωμένο διεκπεραιωτή συμβουλευτικών δράσεων που θα διευκολύνουν το ξεπούλημα του ορυκτού πλούτου της χώρας. Στηρίζει τον αγώνα του Συνδικάτου και πιστεύει ότι στο ΙΓΜΕ δεν περισσεύει κανένας εργαζόμενος και καμία ερευνητική δραστηριότητα.
Για το Δ.Σ. του ΣΥΝ.ΓΕ.Μ.Ε.
Ο Πρόεδρος                                                        Ο Γραμματέας

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΣ                             ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΓΥΡΙΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια: